I. fumeur (-euse) [fymœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
II. fumeur (-euse) [fymœʀ, -øz] ΠΑΡΆΘ ΜΕΤΑΦΟΡΈς
I. non-fumeur (-euse) <non-fumeurs> [nɔ͂fymœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
II. non-fumeur (-euse) <non-fumeurs> [nɔ͂fymœʀ, -øz] ΠΑΡΆΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.