Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
permiss|if (permissive) [pɛʀmisif, iv] ΕΠΊΘ
- permissif (permissive)
-
-
- permissif/-ive
στο λεξικό PONS
permissif (-ive) [pɛʀmisif, -iv] ΕΠΊΘ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛ, ΨΥΧ
- permissif (-ive)
-
-
- permissif(ive)
permissif (-ive) [pɛʀmisif, -iv] ΕΠΊΘ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛ, ΨΥΧ
- permissif (-ive)
-
-
- permissif(ive)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.