I. regu·lar [ˈregjələʳ] ΕΠΊΘ
1. regular (routine):
2. regular (steady in time):
3. regular (well-balanced) surface:
4. regular (not unusual):
5. regular αμερικ:
6. regular ΓΛΩΣΣ:
- regular
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.