in·cred·ibly [ɪnˈkredɪbli] ΕΠΊΡΡ
1. incredibly:
- incredibly (strangely)
-
- incredibly (surprisingly)
-
2. incredibly + επίθ, επίρρ (very):
- incredibly
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.