στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia


parasitic [βρετ parəˈsɪtɪk, αμερικ ˌpɛrəˈsɪdɪk], parasitical [ˌpærəˈsɪtɪkl] ΕΠΊΘ
1. parasitic:
- parasitic ΒΟΤ, ΖΩΟΛ
-
2. parasitic ΙΑΤΡ:
- parasitic
-
στο λεξικό PONS


parasitic [ˌpæ·rə·ˈsɪ·t̬ɪk] ΕΠΊΘ a. μτφ
- parasitic
- parassitico, -a
- parasitic disease
-


- parassitario (-a)
- parasitic
-
- parasitic
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- parasitic disease