overborne [βρετ əʊvəˈbɔːn, αμερικ ˌoʊvərˈbɔrn] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
overborne → overbear
I. overbear <παρελθ overbore, μετ παρακειμ overborne> [βρετ əʊvəˈbɛː, αμερικ ˌoʊvərˈbɛr] ΡΉΜΑ μεταβ
I. overbear <παρελθ overbore, μετ παρακειμ overborne> [βρετ əʊvəˈbɛː, αμερικ ˌoʊvərˈbɛr] ΡΉΜΑ μεταβ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.