meths [βρετ mɛθs] ΟΥΣ + verbo ενικ βρετ
meths short for methylated spirit
- meths
-
methylated spirit [βρετ mɛθəleɪtɪdˈspɪrɪt, αμερικ ˌmɛθəˌleɪdəd ˈspɪrɪt], methylated spirits [ˌmeθəleɪtɪdˈspɪrɪts] ΟΥΣ + verbo ενικ
-
- meths βρετ οικ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.