ingenuously [βρετ ɪnˈdʒɛnjʊəsli, αμερικ ɪnˈdʒɛnjəwəsli] ΕΠΊΡΡ
ingenuously ask, remark:
- ingenuously
-
-
- ingenuously
-
- ingenuously
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.