historiographical [βρετ hɪˌstɔːrɪəˈɡrafɪk(ə)l, hɪˌstɒrɪəˈɡrafɪk(ə)l, αμερικ hɪˌstɔriəˈɡræfək(ə)l], historiographic [hɪˌstɔːrɪəˈɡræfɪk] ΕΠΊΘ
-
- historiographic(al)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.