examinable [βρετ ɪɡˈzamɪnəb(ə)l, ɛɡˈzamɪnəb(ə)l, αμερικ ɪɡˈzæmənəb(ə)l] ΕΠΊΘ
- examinable
-
-
- examinable
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.