categorical [βρετ katəˈɡɒrɪk(ə)l, αμερικ ˌkædəˈɡɔrək(ə)l], categoric [ˌkætəˈɡɒrɪk, αμερικ-ˈɡɔːr-] ΕΠΊΘ
- categorico rifiuto
- categoric(al)
- categorico risposta
- categoric(al)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.