στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
cadaveric [βρετ kəˈdav(ə)rɪk, αμερικ kəˈdæv(ə)rɪk] ΕΠΊΘ
cadaveric → cadaverous
cadaverous [βρετ kəˈdav(ə)rəs, αμερικ kəˈdæv(ə)rəs] ΕΠΊΘ
cadaverous face, figure:
- cadaverico odore, rigidità
- cadaveric
στο λεξικό PONS
- cadaverico (-a)
- cadaveric
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.