στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. astringent [βρετ əˈstrɪn(d)ʒ(ə)nt, αμερικ əˈstrɪndʒənt] ΕΠΊΘ
1. astringent:
- astringent
-
II. astringent [βρετ əˈstrɪn(d)ʒ(ə)nt, αμερικ əˈstrɪndʒənt] ΟΥΣ
- astringent
- astringente αρσ
-
- astringent
στο λεξικό PONS
I. astringent [ə·ˈstrɪn·dʒənt] ΟΥΣ
- astringent
- astringente αρσ
II. astringent [ə·ˈstrɪn·dʒənt] ΕΠΊΘ
1. astringent ΙΑΤΡ:
- astringent
-
-
- astringent
-
- astringent
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.