Oxford Spanish Dictionary
sole proprietor, sole trader βρετ ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
trader [ˈtreɪdəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ
-
- comerciante αρσ θηλ
market trader ΟΥΣ
-
- comerciante αρσ θηλ
- rogue trader, company
- deshonesto, -a
trader [ˈtreɪ·dər] ΟΥΣ
-
- comerciante αρσ θηλ
market trader ΟΥΣ
-
- comerciante αρσ θηλ
- rogue trader, company
- deshonesto, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.