Oxford Spanish Dictionary
scrutineer [ˌskruːtɪˈnɪə] ΟΥΣ βρετ ΠΟΛΙΤ
- scrutineer
-
- escrutador (escrutadora)
- scrutineer
-
- chief scrutineer βρετ
-
- chief scrutineer βρετ
- interventor (interventora)
- scrutineer βρετ
στο λεξικό PONS
scrutineer [ˌskru:tɪˈnɪəʳ, αμερικ -tnˈɪr] ΟΥΣ βρετ, αυστραλ
- scrutineer
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.