Oxford Spanish Dictionary
primordial [αμερικ praɪˈmɔrdiəl, βρετ prʌɪˈmɔːdɪəl] ΕΠΊΘ
- primordial
-
στο λεξικό PONS
primordial [praɪˈmɔ:diəl, αμερικ -ˈmɔ:r-] ΕΠΊΘ τυπικ
1. primordial (from beginning):
- primordial
- primigenio, -a
primordial [praɪ·ˈmɔr·di·əl] ΕΠΊΘ τυπικ
1. primordial (from beginning):
- primordial
- primigenio, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.