Oxford Spanish Dictionary
- ortográfico (ortográfica)
- orthographical τυπικ
στο λεξικό PONS
orthographic(al) [ˌɔ:θəˈgræfɪk(l), αμερικ ˌɔ:rθoʊˈ-] ΕΠΊΘ
orthographic [ˌɔr·θə·ˈgræf·ɪk] ΕΠΊΘ, orthographical [ˌɔr·θə·ˈgræf·ɪ·kəl] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.