Oxford Spanish Dictionary
interdependent [αμερικ ˌɪn(t)ərdəˈpɛndənt, βρετ ɪntədɪˈpɛndənt] ΕΠΊΘ
- interdependent
-
-
- interdependent
στο λεξικό PONS
interdependent [ˌɪntə dɪˈpendənt, αμερικ -t̬ɚdi:ˈ-] ΕΠΊΘ
- interdependent
-
interdependent [ˌɪn·tər·di·ˈpen·dənt] ΕΠΊΘ
- interdependent
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.