Oxford Spanish Dictionary


geisha [αμερικ ˈɡeɪʃə, βρετ ˈɡeɪʃə], geisha girl ΟΥΣ
- geisha
- geisha θηλ


- geisha
- geisha
στο λεξικό PONS


geisha (girl) [ˈgeɪʃə] ΟΥΣ
- geisha (girl)
- geisha θηλ


- geisha
- geisha


geisha (girl) [ˈgeɪ·ʃə] ΟΥΣ
- geisha (girl)
- geisha θηλ


- geisha
- geisha
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.