dissyllable [αμερικ daɪˈsɪləb(ə)l, βρετ dɪˈsɪləb(ə)l] ΟΥΣ
dissyllable → disyllable
disyllable [αμερικ daɪˈsɪləb(ə)l, βρετ dʌɪˈsɪləb(ə)l, ˈdʌɪsɪləb(ə)l] ΟΥΣ
-
- bisílabo αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.