Oxford Spanish Dictionary
disconsolate [αμερικ ˌdɪsˈkɑns(ə)lət, βρετ dɪsˈkɒns(ə)lət] ΕΠΊΘ
disconsolate person/look:
- disconsolate
-
στο λεξικό PONS
disconsolate [dɪˈskɒntsələt, αμερικ -skɑ:nt-] ΕΠΊΘ
- disconsolate
-
disconsolate [dɪs·ˈsan·sə·lət] ΕΠΊΘ
- disconsolate
-
- desconsolado (-a)
- disconsolate
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.