Oxford Spanish Dictionary
aesthetician, αμερικ also esthetician [αμερικ ˌɛsθəˈtɪʃən, βρετ iːsθəˈtɪʃ(ə)n, ɛsθəˈtɪʃ(ə)n] ΟΥΣ
- aesthetician
- esteticista αρσ θηλ
-
- aesthetician
στο λεξικό PONS
-
- aesthetician βρετ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.