I. Polaroid®, polaroid® [αμερικ ˈpoʊləˌrɔɪd, βρετ ˈpəʊlərɔɪd] ΕΠΊΘ προσδιορ
- Polaroid
- polaroid ® adj inv
II. Polaroid®, polaroid® [αμερικ ˈpoʊləˌrɔɪd, βρετ ˈpəʊlərɔɪd] ΟΥΣ (camera, photograph)
- Polaroid
- polaroid ® θηλ
- polaroid
- Polaroid ®
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.