san·guine [ˈsæŋgwɪn] ΕΠΊΘ
1. sanguine τυπικ (hopeful):
- sanguine
- zuversichtlich <zuversichtlicher, am zuversichtlichsten>
2. sanguine λογοτεχνικό (blood-red):
- sanguine
-
-
- sanguine
- Sanguiniker(in)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.