στο λεξικό PONS
ˈin·ter·est-based ΕΠΊΘ αμετάβλ
zins·ab·hän·gig ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΟΠ, ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
interest-based ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.