Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
unerring [βρετ ʌnˈəːrɪŋ, αμερικ ˌənˈərɪŋ, ˌənˈɛrɪŋ] ΕΠΊΘ
-  unerring
-  
στο λεξικό PONS
 
  
 unerring [ʌnˈɜ:rɪŋ] ΕΠΊΘ
-  unerring
-  
 
  
 -  infaillible instrument
-  unerring
-  infaillible instinct
-  unerring
 
  
 unerring [ʌn·ˈɜr·ɪŋ] ΕΠΊΘ
-  unerring
-  
 
  
 -  infaillible instrument
-  unerring
-  infaillible instinct
-  unerring
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
