Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
speculative [βρετ ˈspɛkjʊlətɪv, αμερικ ˈspɛkjəˌleɪdɪv, ˈspɛkjələdɪv] ΕΠΊΘ (all contexts)
- speculative
-
- spéculatif (spéculative)
- speculative
στο λεξικό PONS
speculative ΕΠΊΘ a. ΧΡΗΜΑΤΟΠ
- speculative
-
- spéculatif (-ive)
- speculative
-
- speculative gain
speculative ΕΠΊΘ a. ΧΡΗΜΑΤΟΠ
- speculative
-
- spéculatif (-ive)
- speculative
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.