listenable [βρετ ˈlɪs(ə)nəb(ə)l, αμερικ ˈlɪs(ə)nəb(ə)l] ΕΠΊΘ αμερικ οικ
listenable music:
- listenable
- écoutable οικ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.