Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
inedible [βρετ ɪnˈɛdɪb(ə)l, αμερικ ˌɪnˈɛdəb(ə)l] ΕΠΊΘ
-
- inedible
στο λεξικό PONS
inedible [ɪnˈedəbl] ΕΠΊΘ
1. inedible (unsuitable as food):
- inedible
-
2. inedible μειωτ (extremely unpalatable):
- inedible
-
-
- inedible
inedible [ɪn·ˈed·ɪ·bl] ΕΠΊΘ
1. inedible (not for eating):
- inedible
-
2. inedible μειωτ (unfit to be eaten):
- inedible
-
-
- inedible
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.