Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
didactic [βρετ dɪˈdaktɪk, dʌɪˈdaktɪk, αμερικ daɪˈdæktɪk] ΕΠΊΘ
- didactic
-
- didactique ouvrage, ton
- didactic
στο λεξικό PONS
didactic [dɪˈdæktɪk, αμερικ daɪ-] ΕΠΊΘ
1. didactic (to instruct):
- didactic
-
-
- didactic
didactic [daɪ·ˈdæk·tɪk] ΕΠΊΘ
1. didactic (to instruct):
- didactic
-
-
- didactic
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.