bidirectional [βρετ bʌɪdɪˈrɛkʃ(ə)n(ə)l, bʌɪdʌɪˈrɛkʃ(ə)n(ə)l, αμερικ ˌbaɪdəˈrɛkʃ(ə)n(ə)l, ˌbaɪˌdaɪˈrɛkʃ(ə)n(ə)l] ΕΠΊΘ
- bidirectional
-
- bidirectionnel (bidirectionnelle)
- bidirectional
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.