Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
auctioneer [βρετ ɔːkʃəˈnɪə, αμερικ ˌɔkʃəˈnɪr] ΟΥΣ
- auctioneer
-
-
- auctioneer
- adjudicateur (adjudicatrice)
- auctioneer
στο λεξικό PONS
auctioneer [ˌɔ:kʃəˈnɪəʳ, αμερικ ˌɑ:kʃəˈnɪr] ΟΥΣ
- auctioneer
-
-
- auctioneer
auctioneer [ˌɔk·ʃə·ˈnɪr] ΟΥΣ
- auctioneer
-
-
- auctioneer
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.