Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
alimentary canal ΟΥΣ
alimentary [βρετ alɪˈmɛnt(ə)ri, αμερικ ˌæləˈmɛnt(ə)ri] ΕΠΊΘ
- alimentary system, process
-
- alimentary rules, laws
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- alienate
- alienation
- alienation effect
- alienist
- alight
- alimentary canal
- alimony
- A-list
- alive
- alkali
- alkaline