Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
adjectival [βρετ adʒɪkˈtʌɪv(ə)l, αμερικ ˌædʒəkˈtaɪv(ə)l] ΕΠΊΘ
- adjectival
- adjectival
- adjectival (adjectivale)
- adjectival
- adjectif (adjective)
- adjectival
στο λεξικό PONS
- adjectival(e)
- adjectival
- adjectival(e)
- adjectival
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.