Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Black-out“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Black-out <-(s), -s> [blɛkˈʔaʊt, ˈ--] SUBST αρσ o ουδ

1. Black-out (Ausfall des Bewusstseins):

Black-out
Black-out
einen Black-out haben

2. Black-out (Stromausfall):

Black-out
Black-out

Παραδειγματικές φράσεις με Black-out

einen Black-out haben

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Black-out" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский