Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „lech“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

I . lech [letʃ] ΟΥΣ

1. lech μειωτ οικ (person):

lech
Wüstling αρσ μειωτ

2. lech (desire):

lech
Begierde θηλ
lech
Verlangen ουδ τυπικ

II . lech [letʃ] ΡΉΜΑ αμετάβ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
Lech is best known for its skiing (both on-piste and off-piste).
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "lech" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文