Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „užgati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

užg|áti <užgém; užgal> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ μτφ (udariti)

užgati
užgati
užgati

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Najbolj razširjeni dve pravita, da je udarila strela, gozd se je užgal in dobili so ogenj.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "užgati" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina