Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „učlovečiti“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

I . učlovéči|ti <-m; učlovečil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

učlovečiti
učlovečiti

II . učlovéči|ti ΡΉΜΑ στιγμ αυτοπ ρήμα

učlovečiti učlovéčiti se:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "učlovečiti" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina