Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „prisvojíti“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

prisvojí|ti si <-m; prisvojil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

prisvojiti si στιγμ od prisvajati si:

Βλέπε και: prisvájati si

prisvája|ti si <-m; prisvajal> ΡΉΜΑ εξακολ αυτοπ ρήμα

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Na to sklepa iz njegovega natančnega in urejenega znanja vsej znanstvenih vej, da si tega ni mogel prisvojiti le kot samouk.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina