Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „prilaščati si“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

prilášča|ti si <-m; prilaščal> ΡΉΜΑ εξακολ αυτοπ ρήμα

1. prilaščati si (stvar, denar, ozemlje):

2. prilaščati si (pravico):

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Jezik je skupna last in pisatelj nima pravice prilaščati si izrazov, ki jih je sam stvoril.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "prilaščati si" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina