Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „penzionistka“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

penzionístk|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ

penzionistka → penzionist:

Βλέπε και: penzioníst

penzioníst (ka) <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ (θηλ) οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "penzionistka" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina