Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „ogorčiti“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

ogórči|ti <-m; ogorčil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Jožefinske reforme so ogorčile ogrske plemiče in duhovščino, kmetje pa so postali nezadovoljni z davki, novačenjem v vojaško službo in zasegom pridelkov.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ogorčiti" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina