matricolata στο λεξικό PONS

matricolata Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

furbo matricolato fig scherz

Αναζητήστε "matricolata" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski