indagare στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για indagare στο λεξικό Ιταλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για indagare στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Ισπανικά)

indagare Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

indagare su un delitto

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Valentiniano rispose che avrebbe indagato ed avrebbe punito tutti i colpevoli di tali scorrerie.
it.wikipedia.org

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski