d'orario στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για d'orario στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.orario <πλ orari, orarie> [oˈrarjo, ri, rje] ΕΠΊΘ

II.orario <πλ orari, orarie> [oˈrarjo, ri, rje] ΟΥΣ αρσ

1. orario (prospetto):

orario delle funzioni ΘΡΗΣΚ

2. orario (tempo):

III.orario <πλ orari, orarie> [oˈrarjo, ri, rje]

orario invernale ΣΙΔΗΡ
orario di trasmissione ΡΑΔΙΟΦ, TV
office hours αμερικ

Μεταφράσεις για d'orario στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
fuso αρσ orario

d'orario στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για d'orario στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

1. orario (di lavoro, ufficio, negozio):

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για d'orario στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
fuso αρσ orario

d'orario Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Partito a seguito del diretto con distanziamento d'orario di dieci minuti.
it.wikipedia.org
Un sistema d'orario cadenzato fu istituito già negli anni settanta-ottanta.
it.wikipedia.org
Il traffico merci venne definitivamente soppresso con il cambio d'orario invernale del 2012, con il declassamento a fermata.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski