congiurata στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για congiurata στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά

Βλέπε και: congiurare

congiurare [kondʒuˈrare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα avere

congiurata στο λεξικό PONS

congiurata Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "congiurata" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski