adobada στο λεξικό PONS

adobada Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

carne adobada

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski