ejerció στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για ejerció στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

1.1. ejercer profesión:

to practice αμερικ
to practise βρετ
to exercise τυπικ
ejerció la cátedra de latín
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για ejerció στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

ejerció στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για ejerció στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

I.ejercer <c → z> [e·xer·ˈser, -ˈθer] ΡΉΜΑ μεταβ

II.ejercer <c → z> [e·xer·ˈser, -ˈθer] ΡΉΜΑ αμετάβ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για ejerció στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文