consumen στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για consumen στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

1.1. consumir τυπικ comida/bebida:

to consume τυπικ

1.2. consumir:

1. consumirse enfermo/anciano:

(consumirse en algo) se consumía en deseos de volver a verla λογοτεχνικό
he had a burning desire to see her again λογοτεχνικό
(consumirse en algo) se consumía en deseos de volver a verla λογοτεχνικό
he was consumed with desire to see her again λογοτεχνικό

Μεταφράσεις για consumen στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
lo consumen los celos
consume τυπικ

consumen στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για consumen στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για consumen στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
consummate μεταβ

consumen Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文