Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ψυχοθεραπευτής , ψυχοθεραπευτικός και ψυχοθεραπεία

ψυχοθεραπευτής (ψυχοθεραπεύτρια) [psixɔθɛrapɛfˈtis, psixɔθɛraˈpɛftria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ψυχοθεραπευτής (ψυχοθεραπεύτρια)
Psychotherapeut(in) αρσ (θηλ)

ψυχοθεραπευτικ|ός <-ή, -ό> [psixɔθɛrapɛftiˈkɔs] ΕΠΊΘ

ψυχοθεραπεία [psixɔθɛraˈpia] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский